Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

ΕΡΤ Α.Ε.

Θα σας πω κάτι: 
Καμιά φορά, όταν εμείς τα παιδιά, η δική μας παρέα δηλαδή, όταν δεν έχουμε πια τι να κάνουμε κι ούτε θέλουμε να παίξουμε τίποτε από τα γνωστά, τότε ξεκινάμε παρέα για τις γειτονιές τραγουδώντας δυνατά. Πολύ δυνατά. Και κεφάτα. Ανοίγει τα παράθυρα ο κόσμος να μας μαλώσει που τους ανησυχούμε στο καταμεσήμερο. Μα γελάνε. Κι εμείς τραγουδάμε ακόμη πιο πολύ. Ώσπου να γυρίσουμε όλες τις γειτονιές, κουραζόμαστε πια από το πολύ τραγούδι. Και το γέλιο. Και τότε πάμε στην άμμο και ξαπλώνουμε και κοιτάμε τον ουρανό. Αφήνουμε τα πόδια μας να τα βρέχει το κύμα. Ή πάμε στον κήπο με τ’ αγάλματα. Άμα δεν έχουμε σχολείο δηλαδή. Πιο πολύ το καλοκαίρι. Χαιρόμαστε πολύ στον κήπο. Στ’ αγάλματα. 
Αγαπάμε τ’ αγάλματα πιο πολύ κι από την τριανταφυλλιά σπηλιά της θάλασσας που πάμε και κρυβόμαστε από τον ήλιο ή τον αέρα. Γιατί τ’ αγάλματα είναι οι ωραίοι, καινούργιοι και παράξενοι φίλοι μας. Ωραίοι φίλοι.[...] Τα πήρανε οι εργάτες, τα σηκώσανε, εμείς τα πλύναμε. Καλά. Να ‘ναι αστραφτερά. Και την άλλη μέρα, σαν βγήκε ο ήλιος, τα βρήκε ν’ ακουμπάνε και τα χάιδεψε στον κήπο του κυρίου Ευρυγένη. Και λάμψανε, αστράψανε λευκά σαν το χιόνι και φανήκανε ωραία και περήφανα και δυνατά κι εμείς τα τριγυρίσαμε. Με χαρά. Μ’ αγάπη.
Θα σας πω κάτι:
Καμιά φορά, όταν εμείς τα παιδιά, η δική μας παρέα δηλαδή, όταν δεν έχουμε πια τι να κάνουμε κι ούτε θέλουμε να παίξουμε τίποτε από τα γνωστά, τότε ξεκινάμε παρέα για τις γειτονιές τραγουδώντας δυνατά.
 Πολύ δυνατά. Και κεφάτα. Ανοίγει τα παράθυρα ο κόσμος να μας μαλώσει που τους ανησυχούμε στο καταμεσήμερο. Μα γελάνε. Κι εμείς τραγουδάμε ακόμη πιο πολύ.
 Ώσπου να γυρίσουμε όλες τις γειτονιές, κουραζόμαστε πια από το πολύ τραγούδι. Και το γέλιο. Και τότε πάμε στην άμμο και ξαπλώνουμε και κοιτάμε τον ουρανό. Αφήνουμε τα πόδια μας να τα βρέχει το κύμα. 
Ή πάμε στον κήπο με τ’ αγάλματα. Άμα δεν έχουμε σχολείο δηλαδή. Πιο πολύ το καλοκαίρι. Χαιρόμαστε πολύ στον κήπο. Στ’ αγάλματα. 

Αγαπάμε τ’ αγάλματα πιο πολύ κι από την τριανταφυλλιά σπηλιά της θάλασσας που πάμε και κρυβόμαστε από τον ήλιο ή τον αέρα. Γιατί τ’ αγάλματα είναι οι ωραίοι, καινούργιοι και παράξενοι φίλοι μας. Ωραίοι φίλοι.[...] 
Τα πήρανε οι εργάτες, τα σηκώσανε, εμείς τα πλύναμε. Καλά. Να ‘ναι αστραφτερά. Και την άλλη μέρα, σαν βγήκε ο ήλιος, τα βρήκε ν’ ακουμπάνε και τα χάιδεψε στον κήπο του κυρίου Ευρυγένη. 
Και λάμψανε, αστράψανε λευκά σαν το χιόνι και φανήκανε ωραία και περήφανα και δυνατά κι εμείς τα τριγυρίσαμε. Με χαρά. Μ’ αγάπη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου